χαροπούλι

χαροπούλι
τό
1) вестник смерти; 2) сова э

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "χαροπούλι" в других словарях:

  • χαροπούλι — το, Ν 1. (λαογρ.) λαϊκή προσωνυμία που αποδίδεται στην κουκουβάγια, επειδή πιστεύεται ότι η φωνή της προμηνύει τον θάνατο, αλλ. νεκροπούλι ή στριγγοπούλι 2. ζωολ. κοινή ονομασία τού είδους κουκουβάγιας Αegolius funerens. [ΕΤΥΜΟΛ. < χάρος +… …   Dictionary of Greek

  • χαροπούλι — το 1. το πουλί του Χάρου, φανταστικό νυχτόβιο πουλί που η φωνή του προαναγγέλλει θάνατο. 2. κουκουβάγια …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Καββαδίας, Βασίλης — (Παλαιά Επίδαυρος 1944 –). Δημοσιογράφος και λογοτέχνης. Σπούδασε δημοσιογραφία και πολιτικές επιστήμες στον Καναδά. Σταδιοδρόμησε ως δημοσιογράφος συνεργαζόμενος με τις εφημερίδες Ακρόπολις, Απογευματινή, Ελεύθερος Κόσμος, Έθνος, Τα Νέα και με… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»